θεωροῦσα

θεωροῦσα
θεωρέω
to be a
pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • θεωρούσας — θεωρούσᾱς , θεωρέω to be a pres part act fem acc pl (attic epic doric) θεωρούσᾱς , θεωρέω to be a pres part act fem gen sg (doric) …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • θεωροῦσ' — θεωροῦσα , θεωρέω to be a pres part act fem nom/voc sg (attic epic doric) θεωροῦσι , θεωρέω to be a pres part act masc/neut dat pl (attic epic doric) θεωροῦσι , θεωρέω to be a pres ind act 3rd pl (attic epic doric) θεωροῦσαι , θεωρέω to be a pres …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • Σολωμός, Διονύσιος — Έλληνας ποιητής (Ζάκυνθος 1798 Κέρκυρα 1857). Σε ηλικία δέκα ετών, ένα χρόνο μετά το θάνατο του πατέρα του, τον έστειλε ο κηδεμόνας του στην Ιταλία, όπου έμεινε δέκα χρόνια, κατά τα οποία φοίτησε σε σχολεία διαφόρων πόλεων (Βενετία, Κρεμόνα,… …   Dictionary of Greek

  • μένω — έμεινα 1. στέκω στην ίδια θέση ή κατάσταση: Έμεινε ακίνητος από το φόβο του. 2. κατοικώ, διαμένω, παραμένω: Έμεινε δυο χρόνια στη Γαλλία. 3. επιβιώνω, απομένω, διασώζομαι: Δε μένει τίποτε από το μισθό μου. 4. βρίσκομαι σε μια συγκεκριμένη… …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”